Βελετλέρι.jpg

Βελετλέρι Πρόυσας. Η παλαιά κρήνη.

29 Δεκεμβρίου

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη πάντων τών Χριστιανών καί αδελφών ημών τών έν λιμώ καί δίψει καί μαχαίρα καί κρύει τελειωθέντων.

Δηλαδή, αυτή την ημέρα η Εκκλησία όρισε να τιμάται η μνήμη όλων των Χριστιανών, που μαρτύρησαν από πείνα, δίψα, κρύο και μαχαίρι για την πίστη του Χριστού και τα ονόματα τους δεν μας είναι γνωστά.

Κατά τα γεγονότα της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής (1913-1923), χιλιάδες πρόσωπα μαρτύρησαν από πείνα, δίψα, κρύο, μαχαίρι και άλλους τρόπους κατά τα τάγματα εργασίας, τις συστηματικές εκτελέσεις, την υποχρεωτική στράτευση που οδηγούσε σε βέβαιο θάνατο, τις φυλακίσεις, τις εκτοπίσεις και τους βασανισμούς. Έτσι την 29η Δεκεμβρίου τιμώνται και οι χριστιανοί αυτοί μάρτυρες της Μικράς Ασίας και της Θράκης, θύματα του τουρκικού εθνικισμού και των ποικίλων συμφερόντων των τότε Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή.

Το παρακάτω μοιρολόι, αποτελεί ένα πικρό απόσταγμα πόνου των Ελλήνων που ήταν τουρκόφωνοι και υπέστησαν τη θηριωδία των Τούρκων.

Τουρκικά

Απόδοση στα Ελληνικά

Μελμεκετάν τσικτίκ
Γκαργκιμπί αργελντίκ
Αναντάμ μπαμπαντάμ
Ντιρί ντιρί αργελντίκ

Μπου γιαλάν ντουνιαντά
Να ισίμ γκαλντί
Κεμάλ ελιντά
Γκαρντασίμ γκαλντί

Ιστικάμ καζά-καζ
Βουρντουλά μπενί
Ελμανταν μεζαρά
Γκοιντουλά μπενίμ.

Βγήκαμε από την  πατρίδα
σαν χιόνι διαλυθήκαμε
Από μάνα και πατέρα
Ζωντανοί, ζωντανοί χωριστήκαμε

Σ’ αυτό τον ψεύτικο ντουνιά
Τι δουλειά(σκοπός) μου απόμεινε
Στου Κεμάλ τα χέρια
Ο αδερφός μου έμεινε

Έσκαβα χαρακώματα
με χτύπησαν
πριν να πεθάνω
μ’ έβαλαν στα μνήματα.

Στη Μικρά Ασία οι ακολουθίες και η Θεία Λειτουργία τελούνταν στα Ελληνικά. Η ανάγνωση του Ευαγγελίου όπου υπήρχαν τουρκόφωνοι Έλληνες γινόταν στα Ελληνικά και κατόπιν ο ιερέας το επεξηγούσε στους ενορίτες του στα τουρκικά.

Πολλοί δάσκαλοι προσπάθησαν να διδάξουν στους μαθητές τους τα Ελληνικά αλλά «βγήκαν κι οι πόλεμοι κι η αναμπουμπούλα κι ούτε σχολεία έμειναν, ούτε τίποτα» διηγούνται οι πρόσφυγες Βελετλεριώτες (από το Βελετλέρι της Προύσας).

Το γεγονός ότι η τουρκική γλώσσα δεν ήταν προϊόν ελεύθερης επιλογής τους, το φανερώνει και η μαρτυρία του Α. Χατζηκυριάκου. «Φαίνεται όμως ότι υπήρχε φόβος να μιλήσουμε Ελληνικά. Ακούσαμε πως στα χρόνια του παππού μας ένας δάσκαλος διάβαζε ελληνικά κι  ένας δικός μας είπε: Τι κάνεις βρε, θα μας κρεμάσουν οι Τούρκοι»

Μπορεί να επιβλήθηκε σε αυτούς τους ανθρώπους η τουρκική γλώσσα αλλά η εθνικότητά τους έμεινε ελληνική. Μέσα από τα τραγούδια τους, που τα σύνθεσε ο ίδιος ο λαός στην τουρκική γλώσσα, ξεχειλίζει ο μεγάλος πόνος για την πατρίδα τους και δικούς τους  που άφησαν πίσω καθώς και τα βάσανα που υπέφεραν.

 

Πηγές:
Δέσποινας Παρασκευά-Χράνη: »Ν.Τρίγλια Χαλκιδικής, Ένα ταξίδι μέσα στο Χρόνο και την Ιστορία»
Πηγή: http://diasporic.org/mnimes/archives/veletler-triglia-part-8
http://politistiko-ergasthri-nostos.blogspot.gr/2012/11/6.html
Advertisement
%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ac-%ce%ba%ce%ac%ce%bb%ce%b1%ce%bd%cf%84%ce%b1

Ελλήνων κάλαντα (δια χειρός Κωνσταντίνου Κουτούμπα: http://skiathosiconography.blogspot.gr)

Στην πανέμορφη ελληνική Σμύρνη πριν το 1922, τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά αποτελούσε μια από τις επισημότητες σκόλες της χρονιάς με ιδιομορφία δραστηριότητας και χαρακτηριστικών εκδηλώσεων. Ας ζήσουμε για λιγο στη Σμύρνη τις άγιες τούτες μέρες…

«…Από την παραμονή των Χριστουγέννων ανάστατη ολη η οικογένεια στο σμυρναϊκό σπιτι. Απο νωρίς το απογευμα αρχίζαν τα λουσίματα και η καθαριότητα, πρώτα των παιδιων. Θα μεταλαβαίνανε του «Χριστού τη μέρα» που ξημέρωνε, γι’ αυτό ήπρεπε να γινει «ειδική καθαριότητα». «Σώμα και ψυχή», οπως έλεγε η μητέρα/ σαν φέρνανε αντίρηση τα παιδιά. Λούσιμο, χτένισμα με το ψιλό χτένι/ κόψιμο σύριζα τα νύχια και σαπούνισμα γερό ουλο το κορμί για να μπουν τα παστρικά μοσκομυρισμένα ασπρόρουχα. Νηστεία κρατούσανε ολο το σαρανταήμερο, αλλα για τη μετάληψη έπρεπε να γινει «τρίμερο» με σκέτο νερόβραστο.

Αφου γινούτανε η γενική καθαριότητα στο σώμα, η μητέρα φώναζε ένα – ένα παιδί χωριστά και τόκλεινε στην κρεββατοκάμαρη. «Τώρα και τάλλα σου χρέη», έλεγε σοβαρή – σοβαρή, «τα χρέη της ψυχής, οπως τάπαμε»/ Αυτά ητανε: – Να πούνε το πιστεύω, τρεις φορές/ το πατερ ημων και να κάνουνε δέκα μετάννοιες μπροστά στα εικονίσματα. Οταν τελειώνανε κι αυτά τα χρέη/ ερχότανε η σειράγια τα χειροφιλήματα της συγχώρεσης. «Πρώτα τον παππουλη και τη νενέ/ και μη ξεχάσεις να κάνεις μετάνοια,/ αρμήνευε σιγανά η μητέρα. Παντα, τις γιορτινές μερες, απο τις παραμονές, ερχόντουσαν οι παππουληδες στα παντρεμένα τους παιδιά, για να περάσουν μαζί τους τα πατροπαράδοτα έθιμα. Οταν ερχόταν η ώρα να δώσουν την ευχή τους, για να πανε να μεταλάβουνε τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, άπλωναν με συγκίνηση το γέρικο χέρι τους να το φιλήσουν και έδιναν χιλιες ευκές με τρέμουλη απο τη συγκίνηση φωνη, για υγεία, προκοπή και προ παντων για γνώση.

Το ιδιο γινότανε κι αυτό απο τον πατέρα και τη μητέρα και οσους θειους και θειες βρισκόντουσαν κοντά. Ποτέ ομως δεν ξεχνούσανε τη νονά. Απο πολυ μικρά τα πήγαινε η μάνα τα παιδια στη νουνά, για να τα ευχηθεί τη μέρα που θα μεταλαβαίνανε. Σαν μεγαλώνανε πηγαίνανε προθυμα μόνα τους. Γιατι, η συγχώρευση της νουνάς, είχε μια ιδιαίτερη χαρά. Παντα μετά το χειροφίλημα και τις ευχές «να γίνουν καλοί Χριστιανοί», ήβαζε κάμποσα μεταλίκια στις τσέπες των βαφτισιμιών της, λέγοντας: «για να ανάψετε κερι αύριο που θα μεταλάβετε». Μετά τη μετάληψη η μητέρα είχε έτοιμο στο σπιτι, σ’ ένα ρακοποτηρο, μοσχάτο κρασί κι έδινε στα παιδια, να πιούνε μια γουλια/ «για να πάει η αγία κοινωνια κάτω»/ και συνάμα παρέγγελνε, οσο πειστικα μπορούσε: «Προσέξτε παιδια, να μη φτύστε καθόλου σήμερα/ να μη χτυπήστε και ματώστε/ και προ πάντων/ να μη πειτε ασκημο λογο/ προσέξτε! έχετεμεταλάβει μη το ξεχάστε!» Οι μέρες απο τα Χριστουγέννα ισαμε τον Αγιο Βασίλη ητανε σωστό αναστάτωμα, για μικρούς και μεγάλους στην αξέχαστη πατρίδα. Τα σκολειά κλειστά και τα σπιτια ολο ετοιμασίες.
smyrna
Οι νοικοκυράδες μπαινοβγαίνανε φουριόζες κι ολο μουρμουρίζανε για τα παιδιά, που μπερδεύανε μέσα στα ποδάρια τους και δεν περνούσε μέρα που να μη τα καταχερίσουνε. Μα ανήμερα την Πρωτοχρονιά τα παντα ηταν εντάξει. Τα σπιτια «πετούσαν» απο πάστρα και μοσκοβολουσαν κανέλλα και καριοφύλλι, περιμένοντας τον καινούργιο χρόνο. Ούλα τα πατροπαράδοτα αντέτια, ήπρεπε να γινουν οπως τα βρήκανε απο τσι γονιοί τους. Πρωί – πρωί ξεκινούσε ολη η οικογένεια, με τα κατάκαλά τους, να πανε στην εκκλησία. Ο νοικοκύρης κρατούσε στην τζέπη του το ροδι, που θα σπούσε στην πορτα του σπιτιού σαν θα γυρνούσαν. Για το καλό του χρόνου και για πολλά μπερικέτια, όπως λεγανε. Μετά απ’ αυτό ήπρεπε να μπει με το δεξί στο σπιτικό και να ευχηθεί σ’ ολη τη φαμίλια του «καλη χρονιά», φιλωντας έναν – εναν σταυρωτά. Σαν τέλειωναν οι ευχές, ολη η φαμίλια καθότανε με τάξη γύρω στο αηβασιλιάτικο τραπέζι. Η μητέρα έφερνε αμεσως το θυμιατό, και θυμιαζε με μοσκολιβανο, πρώτα την πίττα και μετά έναν – έναν κάνοντας το σημείο του σταυρού. Ο πατέρας ήκοβε την βασιλιόπιττα με την ιδια κάθε χρόνο σειρά:

Το πρώτο κομμάτι του Χριστού,/ της Παρθένου/ και μετά κατά ηλικία, αρχίζοντας απο τους παπουλήδες. Το νόμισμα ήτανε παντα μεταλλίκι χρυσό και σ’ εκείνον που θάπεφτε θάφερνε μεγάλο γουρι. Πολλες φορές τύχαινε, την ώρα που κόβανε την πιττα, να έρθουν τα παιδια του μαχαλά να τα πούνε. Το σήμαντρο χτυπούσε με τέχνη και το ντουμπελέκι κρατούσε το ισιο.Οι παιδικές φωνές συμπληρωναν τη χαρούμενη ατμόσφαιρα του σπιτιού και τα λόγια τους έφερναν στον καθένα ένα καλό μήνυμα:

Αρχή μηνια κι αρχή χρονιά ψιλή μου δεντρολιβανιά κι αρχή καλός μας χρόνος εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνο τραγουδούσαν τα παιδόπουλα, μα τόνιζαν ιδιαίτερα τις ευχές για τον νοικοκύρη του σπιτιού: χρόνια πολλά να ζήσει, ποντάροντας σ’ ένα καλύτερο μπαξίσι. Δεν πρόφταινε καλά – καλά να τελειώσει το κόψιμο της πιττας/ και το μοίρασμα των μπουναμάδων/ κι αρχίζανε να καταφτάνουν τα πρώτα βίζιτα./ Παλιό αντένι κι αυτό. Ανήμερα την Πρωτοχρονιά, συγγενείς και φίλοι/ μονο άντρες/ ανταλάανε βίζιτα για να ευχηθούν «τα έτη πολλά».Ακόμη και άγνωστοι μπαίνανε απο μέσα, για να πουνε τις ευχές τους. Οι πόρτες του σμυρναίικου σπιτιού, ούλη μέρα της Πρωτοχρονιάς εμεναν ανοιχτές, για ολο τον κόσμο. Μονοι οι γιατροί,/ σαν γιατροί/ πηγαίνανε/ τη χρονιάρα μέρα/ στα σπιτια. Και ανάγκη να ήτανε αποφεύγανε να τους καλέσουνε. Ολοι οι επισκέπτες ήπρεπε να σερβιριστούν απο το μεγάλο τραπέζι της σάλας, που ηταν ανοιγμένο περα για πέρα. Στρωμενο με το άσπρο λινό τραπεζομάντηλο, απο τα προυκιά της νοικοκυράς, με κεντημένα στη μέση τα ψημια της. Ολα τα καλά του Θεού βρισκόντουσαν, για το καλό της χρονιας, απανω σε εκείνο το τραπεζι. Βαλμένα με τάξη στα καλά σερβίτσια, που φύλαγαν για τις χρονιάρες μέρες.

XristougennaSmyrnis.jpg

Μεσ’ τη μεση η μεγάλη φρουτιέρα με το «Χριστό». Ετσι λέγανε τη μέρα εκεινη τα λογιών – λογιών ξερά φρούτα. Σωστό φρουτατζίδικο ητανε ο λεγόμενος «Χριστός». Τίποτα δεν έλειπε. Και τι δεν είχε σε κεινη την πελώρια κρυστάλινη φρουτιέρα. Ο,τι ήθελες και τραβούσε η όρεξή σου. Δαμάσκηνα, φουντούκια, τζίτζιφα, κουκουνάρια, σουλτανιές σταφίδες, μύγδαλα, καρύδια, ως και κουντουρούδια. Μα ποτέ δεν ήλιπε το μανα τ’ ουρανού. Ούλα αυτά στολισμένα με πρασινάδες και ου, δείχνανε πραγματικά την ευλογία του Χριστού. Ασε πια εκεινα που είχανε φτιάξει τα άξια χέρια της νοικοκυράς. Μια στοιβα σεκέρ λουκούμια/ πασπαλισμένα με άχνη/ μοιάζανε με χιονισμένο βουνό. Δίπλα τα φοινίκια ποτισμένα στο μέλι. Βασιλοπιττάκια λογιών λογιών. Αστρουλάκια καρδίτσες, αετουδάκια, ολα με το καρεφυλάκι στη μέση που μοσκομυρίζανε και θρούσανε μολις τάβαζες στο στόμα. Μα στην πρώτη γραμμή, απ’ ολα τα κατασκευάσματα ερχούντανε η Βασιλόπιττα. Κάθε Σμυρνιά νοικοκυρά, ήβαζε ουλα τση τα δυνατά να στολίσει καλύτερα απο τσ’ άλλης την πιττα του σπιτικού της. Στη μέση ήπρεπε να μπει / απαραίτητα/ ο δικέφαλος αετός και γύρω – γύρω μικρότερα αετουδάκια και λογιών – λογιών πλουμιά. Αστρα, πουλουδάκια και ο,τι άλλο κατέβαζε το γούστο της για να γίνει πιο όμορφη.

Αυτά ητανε αντέτια που τα κρατούσανε, ανάλογα, ολα τα σπιτικά της Σμύρνης, πλούσια και φτωχά. Οι νοικοκυρές δεχόντουσαν τα βίζιτα στολισμένες με ούλα τα καλά τους/ για να τιμήσουν τους αντρες τους/ και να φανεί η αγάπη που τους εχουν. Μεγάλη τιμή για τη νοικοκυρά ηταν/ τα βίζιτα να πάρουν απ’ ούλα τα καλούδια που είχε φτιαξει και να τα παινέψουν. Το σμυρναιϊκο σπιτι ηταν φιλόξενο και οι Σμυρνιές τόχανε καμάρι να ρετσιβάρουν τους μουσαφιραίους. Τα φαγιά τους ητανε μιλημένα. Ο χριστουγεννιάτικος διανος ηθελε ολόκληρη επιστήμη για να γινει οπως πρέπει. Παραγεμισμενος με καβουρντισμένο κυγμά με ψιλό – ψιλό κρεμμυδάκι, και ξεροψημένα κάστανα στη χόβολη του μαγκαλιού. Μπόλκο μαύρο πιπερι και κουκουναράκια. Ροδοκοκκινισμένος και γαρνιρισμένος με ολόκληρες πατετούλες, άνοιγε σ’ ολους την όρεξη. Ολα τα φαγια που ψήνανε οι Σμυρνιές νοικοκυράδες ητανε σωστός πειρασμός. Οποιος έτυχε να φάει το στιφάδο τους, ποτέ δεν το ξεχνά. Με μπολικα ολόκληρα κρεμμυδάκια και ολων των λογιών τα μπαχαρικά μέσα. Το κρέας, όμως, ήπρεπε νάναι γουρουνίσιο ή αγριογούρουνο, άμα ητανε η εποχή του. Αμ οι γιαπρακιένιες ντολμάδες με κιμα ή γιαλαντσί, τι σου λενε! ‘Η το ατζέμ πιλάφι πούμενε κουκι – κουκί, ακομη και την άλλη μέρα. Ασε πια τα σουτζουκάκια! με το σκορδάκι και το μπολικο κίμινο, που μύριζαν δυο μαχαλάδες πέρα.  Στα γλυκίσματα και τα ρετσέλια πια, δεν τις έφτανε κανείς. Σαν έτρωγες απ’ αυτά, ηταν να γλύφεις και τα δάχτυλά σου, που λέει ο λόγος…

Οι γυναίκες στη Σμύρνη, δεχοντουσαν μόνο ανήμερα της Πρωτοχρονιάς και κανανε τα βίζιτά τους  (τις επισκέψεις τους) την άλλη μέρα ή την παραπανω. Σκέτο «γυναικείο» οταν το λέγανε. Στα βιζιτα αυτά πια, γινούτανε και το «μορστράρισμα» των μποναμάδων. Ο,τι ήθελε να τους δωρήσουν την Πρωτοχρονιά, ήπρεπε να το φορέσουν στο βιζιτο εκεινο. Προ πάντων οι παντρεμένες και αρραβωνιασμένες. Ο,τι χρυσαφικό παίρνανε απο τσι άντρες τους και αρραβωνιαστικούς, για  καμάρι το βάζανε κι ας είχαν άλλα τόσα. Κι ήβλεπες μάτια μου χρυσαφικά/ σαν να βρισκόσουνα στα κουγιουμτζίδικα του καπαλι τσαρσιού. Κορδόνια, μακριά και κοντά και Κωσταντινάτα. Μαλαματένια βραχιόλια, λογιών – λογιών. Στριφτα, μάπες ή βέργες. Σκουλαρίκια καφασωτά που λαμποκοπουσανε. Δαχτυλίδια μονόπετρα με διαμάντια σα ρεβύθι. Στα καρέ τους φιγουράρανε ρέστες – ρέστες τα μαργαριτάρια. Πολλές φορές ανακατωμένες με αληθινά κοράλια. Καταστόλιστες ξεκινούσαν για τα βίζιτα οι Σμυρνιές της καλής τάξης οπως τις λεγανε, με τα πιο καλά τους λούσα και στολιδια. Μπουάδες, μανσόν και παπούτσι λουστρίνι καϊκάκι να τρίζει. Απαραίτητο ομως ηταν το καπελλο με φτερό. Κορδωμένες στα αστραφτερά «λαντώ», κάνανε πιο πρωτοχρονιατικο αντέτι στα συγγενικά και φιλικά σπιτια…
Ας μη κόψουμε τα αόρατα νήματα που μας δένουν με τις αλησμονητες πατρίδες μας και που δεν ειναι άλλα απο τις μνήμες/ εστω και θολωμένες…

mikrasia

Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων στην αγαπημένη μας πατρίδα τη Μικρά Ασία

Όπως σε όλη τη Μικρασιατική Ελλάδα έτσι και στην Αγία Παρασκευή του Τσεσμέ, το σημερινό Κιόστε, το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων γιορταζόταν με χαρές, τραγούδια και ξεφαντώματα, πιο πολύ γιατί όλοι οι ταξιδεμένοι ήταν στο χωριό.

Παρέες παιδιών τη παραμονή των Χριστουγέννων το βράδυ και όχι το πρωί όπως γίνεται σήμερα , κρατώντας πολύχρωμα , φωτεινά φαναράκια ξεχύνονταν στους γιορτινούς δρόμους για να πουν σε συγγενικά και φιλικά σπίτια το «Καλήν Εσπέραν άρχοντες» που ήταν και στους στίχους και στη μουσική ίδια όπως τα λέμε σήμερα.

Η μέρα όμως που τα παιδιά πραγματικά ξεχνιόνταν στους δρόμους ήταν το βράδυ της παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Τότε που γύριζαν όλο το χωριό, σπίτια και μαγαζιά κρατώντας στα χεράκια τους τραμπούκες και βαποράκια. Μέρες ολόκληρες ετοίμαζαν τα βαπόρια τους και τα αρματώνανε. Ήταν καταστόλιστα με πολύχρωμα, φωτεινά φαναράκια και χάρτινα φουντάκια. Έμοιαζαν με εξωτικά βαπόρια. Μερικα παιδιά είχαν την υπομονή και αντί βαπόρια έκαναν εκκλησίες χάρτινες που έμοιαζαν στην Αγία Σοφιά. Ήταν μεγάλη χαρά να τις βλέπει κανείς φωτισμένες εσωτερικά καθώς έμοιαζαν παραμυθένιες. Τραγουδούσαν τον Άγιο Βασίλη όπως τραγουδιέται και σήμερα σε στίχους 16 σύλλαβους και 15 σύλλαβους Ιαμβικού μέτρου και σε στίχο και σε μουσική. Επίσης μπορεί να τραγουδούσαν και έναν άλλο Αγιο Βασιλη Τσεσμελήδικο με στίχους 15 συλλαβους αλλα μουσική ίδια με τα καλαντα των Χριστουγεννων.

Τα φιλοδωρήματα ήταν αρκετά και πάντοτε σε χρήμα. Τη νύχτα της παραμονής οι νοικοκυρες αφηναν γλυκίσματα και νερό για να κατέβει ο Αγιος Βασιλης και να φάει. Η συνήθεια αυτή, υποστηριζαν οι κάτοικοι της Αγίας Παρασκευής, συνδεόταν με τη λατρεια των νεκρων συγγενών τους κατά την αρχαιότητα και τα μειλίγματα, τις ιλαστήριες θυσιες των Αρχαιων Ελληνων. Δεν ξεχναμε την υψηλη μόρφωση των Μικρασιατών, ωστε να ειναι σε θεση να γνωριζουν αυτη τη λεπτομερεια. Μετα τη Μικρασιατική Καταστροφη οι Έλληνες Μικρασιάτες ως πρόσφυγες πλέον μετέφεραν το έθιμο αυτό το οποίο διατηρείται έως σήμερα.

(της Βούλας Σαριντζιώτη, προέδρου Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής Αττικής)

mikrasia

Κάλαντα Σμύρνης

Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας,
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη,
εν τω σπηλαίω τίκτεται εν φάτνη των αλόγων.

Κερά ψηλή, κερά λιγνή, κερά καμαροφρύδα,
κεράμ’ όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησία,
έχεις και κόρην έμορφη που δεν έχει ιστορία.

Μηδέ στην πόλη βρίσκεσαι μηδέ στην Καισαρεία,
έχεις και γιον στα γράμματα, υγιόν και στο ψαλτήρι,
να τον ‘ξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.

Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα Καππαδοκίας

Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει κι η φύσις όλη.
Εκ της Περσίας έρχονται τρεις Μάγοι με τα δώρα
άστρον λαμπρόν τους οδηγεί, χωρίς να λείψει ώρα.
Γονατιστοί τον προσκυνούν και δώρα του χαρίζουν
σμύρνα, χρυσόν και λίβανον, Θεόν τον ευφημίζουν.
Και επληρώθη το ρηθέν, προφήτου Ησαΐου
μετά των άλλων προφητών και του Ιερεμίου.
Φωνή ηκούσθη εν Ραμά, Ραχήλ τα τέκνα κλαίει
παραμυθήν ουκ ήθελεν, ότι αυτά ουκ έχει.
Ιδού όπως σας είπαμεν όλην την υμνωδίαν
του Ιησού μας του Χριστού, γέννησιν την αγίαν.
Χρόνους πολλούς να χαίρεσθε, πάντα ευτυχισμένοι
σωματικώς και ψυχικώς να είσθε πλουτισμένοι.

rh_karanlik

Η Γέννησις. Τοιχογραφία από τη Σκοτεινή Εκκλησία στην Καππαδοκία.

Κάλαντα Ανατολικής Θράκης

Χριστός γεννιέται, χαρά στον κόσμο, χαρά στον κόσμο, στα παλικάρια.

Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες, η Παναγιά μας κοιλοπονούσε.

Κοιλοπονούσε, παρακαλούσε, τους αρχαγγέλους , τους ιεράρχες.

-Σεις αρχάγγελοι και ιεράρχες, στη Σμύρνη πηγαίνετε , μαμές να φέρτε.

Άγια Μαρίνα, άγια Κατερίνα, στη Σμύρνη πάνε , μαμές να φέρουν.

Όσο να πάνε κι όσο να έρθουν, η Παναγιά μας ελυτρώθη.

Στην κούνια το ΄βαλαν και το κουνούσαν, και το κουνούσαν , το τραγουδούσαν.

Σαν ήλιος λάμπει ,σα νιο φεγγάρι, σα νιο φεγγάρι, το παλικάρι.

Φέγγει σε τούτον το νοικοκύρη, με τα καλά του, με τα παιδιά του, με την καλή τη νοικοκυρά του.

mikrasia

Διαβάστε επίσης:

Ορθόδοξο και βυζαντινό το χριστουγεννιάτικο δέντρο

Οι ετοιμασίες για τον ερχομό του καινούργιου χρόνου βρίσκονται στο αποκορύφωμά τους. Σε κάθε σπίτι  ετοιμάζονται κουλούρες και τσουρέκια και η πατροπαράδοτη βασιλόπιττα που έχει επάνω ένα σταυρό φτιαγμένο απ’ το ίδιο το ζυμάρι.

Κατά το δειλινό της ημέρας αυτής τα παιδιά των μεγάλων τάξεων του σχολείου χωρίζονται σε ομάδες έχοντας μαζί τους τους εφόρους και τους δασκάλους. Άρχιζε το τραγούδι και κάθε ομάδα τραβούσε για τον τομέα της, για να πεί τα κάλαντα. Άνοιγαν διάπλατα οι πόρτες των σπιτιών.  Κάθε οικογένεια υποδεχόταν την ομάδα της περιοχής της και πανηγύριζε μαζί της. Προσφέρονται γλυκίσματα και ξηροί καρποί στα παιδιά εκτός απ’ τον οβολό, που έριχναν στο κουτί. Τα χρήματα προορίζονταν για τον πλουτισμό του σχολείου με σύγχρονα μέσα.

Υπήρχε και ένας άλλος τρόπος, που έλεγαν τα κάλαντα δηλ. ανέβαιναν στη στέγη του σπιτιού και απ’ τον καπνοδόχο έριχναν με μία κλωστή ένα μήλο. Επάνω σ’ αυτό κάρφωνε ο οικοδεσπότης τον οβολό του.

Καραμανλίδικα

Εκκλησιαστικό βιβλίο με τη Γέννηση του Χριστού, γραμμένο στην Καραμανλίδικη γλώσσα.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση έλεγαν τα εξής κάλαντα:

Γίλντιρ – γίλντιρ γίλμπασι,

Έγγελιν καρά γκασί

Ατανασίν σαλά μπασί.

Βερενίν μπιρ ογλού ντογσούν,

βέρμεενιν μπιρ κελ γκιζί

ντογσούν

Μετάφραση

Αρχιχρονιά, αρχιχρονιά,

της Αγγελικής το μαύρο φρύδι,

του Θανάση το κουνιστό κεφάλι.

Όποιος δώσει να αποκτήσει

ένα αγόρι,

όποιος δεν δώσει, ένα κασιδιάρικο

κορίτσι.

Πρωτοχρονιά:

ικονιο

Περίτεχνο ύφασμα απο το Ικόνιο.

Την Πρωτοχρονιά έφτιαχναν: μπακλαβά, σαραϊλί, κουλούρια, γιαγλί εκμέκ (= ψωμί στου οποίου την ζύμη προσέθεταν και λάδι) και τσιτίρ χαλβά (= χαλβάς σκληρός).

Το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς μετά το φαγητό ο μεγαλύτερος της οικογενείας κόβει την βασιλόπιττα σε τόσα κομμάτια, όσα είναι και τα άτομα καθώς επίσης και ένα παραπάνω για τον Χριστό. Εκείνος, που θα του τύχαινε το νόμισμα, θα ήταν ο τυχερός της χρονιάς.

Μέριμνα για τους διδασκάλους

Ως δάσκαλοι αξιοποιούνταν αυτοί που εγνώριζαν ανάγνωση, γραφή, το ψαλτήριο και την οκτώηχο. Παλαιότερα δάσκαλοι ήσαν οι παπάδες. Το ψαλτήριο και η οκτώηχος εδιδάσκονταν στις μεγαλύτερες τάξεις. Η αμοιβή των δασκάλων ήταν ελάχιστη και στις μεγάλες γιορτές πραγματοπoιούνταν για αυτούς περιφορά δίσκου στην εκκλησία (τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, το Πάσχα).

Φώτα

Επίστευαν πως την παραμονή των Θεοφανείων ανοίγουν οι ουρανοί και ό,τι ζητήσεις γίνεται. Κατά την ημέρα των Φώτων, στα Πέρματτα Ικονίου, μετά την λειτουργία στην εκκλησία, ο παπάς ακολουθούμενος απ’ τους πιστούς κατευθυνόταν σε μια τοποθεσία, που λεγόταν Πουνάρ – μπασί (= κεφαλόβρυσο). Εκεί υπήρχε και η ομώνυμη βρύση κτιστή και σκεπαστή. Το νερό έπεφτε σε μια μαρμάρινη γούρνα και εκεί ακριβώς έριχνε ο παπάς τον σταυρό. Απ’ την παραμονή της γιορτής στόλιζαν την βρύση με κλαδιά από πεύκα και τοποθετούσαν κοντά τα εξαπτέρυγα και τα λάβαρα της εκκλησίας, επίσης χρωματιστά φανάρια, υφάσματα και διάφορα τάματα. Αφού διάβαζε ο παπάς και έριχνε τον σταυρό οι άνθρωποι του χωριού έπιναν, πότιζαν τα ζώα τους και εγέμιζαν τις στάμνες τους με το αγιασμένο νερό. Τέλος ο παπάς εγύριζε στα σπίτια και ράντιζε με τον αγιασμό. Σε περιοχές του Ικονίου όπου βρισκόταν κοντά ποταμός γινόταν εκεί η κατάδυση του Σταυρού.

https://micrasia.files.wordpress.com/2015/01/theofaneia-5.jpg

Θεοφάνεια στη Σύλλη Ικονίου.

Πηγή: http://pavloschrisafidis.blogspot.gr/2015/08/blog-post_62.html

mikrasia

Διαβάστε επίσης:

Άγιος Γεώργιος Τροπαιοφόρος: ο μεγαλομάρτυς των Μικρασιατών

Ικόνιο, η αγιοτόκος πρωτεύουσα της Λυκαονίας

Ορθόδοξο και βυζαντινό το χριστουγεννιάτικο δέντρο